Από μικρή έπαιζα με τις λέξεις. Τις έριχνα στο τετράδιό μου, χύμα, ανορθόγραφα, με ζωγραφιές, με μουντζούρες. Άδειαζα τις σκέψεις μου στο χαρτί μπας και καταφέρω να τις βάλω σε μια τάξη. Έγραφα και στιχάκια (ποιήματα τα έλεγα τότε). Ένα ποίημά μου (ήμουν 9 όταν το έγραψα) το κορνίζωσαν οι γονείς μου και το έβαλαν στον τοίχο. Ήταν ένα ποίημα για τον πατέρα μου και πόσο μου έλειπε όταν έφευγε στα συχνά του ταξίδια. Για χρόνια έπρεπε να ζω τον εξευτελισμό να έρχονται καλεσμένοι στο σπίτι και ο πατέρας μου, όλο καμάρι, να τους το δείχνει. Για χρόνια ήξερα ότι άκουγα ανειλικρινή σχόλια - στο κάτω - κάτω, τι λες σ' έναν περήφανο πατέρα, και ειδικά μπροστά στο παιδί; Το πιο εφιαλτικό ήταν μια φορά που έβαλε μια φίλη του φιλόλογο (καθηγήτρια πανεπιστημίου no less) να του πει την άποψή της. Στο κάτω - κάτω, τι ήταν αυτό που είχα γράψει; Μια σαχλαμάρα ενός μικρού παιδιού... δεν ήταν ποτέ αρκετά αντικειμενικός να καταλάβει ότι δεν ήταν το γραπτό μου που είχε αξία γι' αυτόν, αλλά τα συναισθήματα που εξέφραζα. Ξαναδιαβάζοντάς το ανά τα χρόνια, ποτέ δεν σταμάτησα να ντρέπομαι για αυτό. Είναι ακόμα εκεί, στον ίδιο τοίχο...
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
3 σχόλια:
εντάξει δε χρειάζεται να ντρέπεσαι.κι εκείνος το κανε απο περηφάνια για τη κορούλα του! :-)
συμφωνω με τον νικο,γιατι να ντρεπεσαι ?
Ντρέπομαι γιατί αυτό που είχα γράψει δεν ήταν ωραίο, αλλά ειλικρινές, και νιώθω λίγο σαν να ήταν κρεμασμένη στον τοίχο μια γυμνή φωτογραφία μου...
Δημοσίευση σχολίου